Γνωστές και άγνωστες αγωνίστριες του 1821 (μέρος 1ο)

Γνωστές και άγνωστες αγωνίστριες του 1821 (μέρος 1ο)

Οι υποδουλωμένες Ελληνίδες γυναίκες στην εποχή της οθωμανικής κατάκτησης , ανεξαρτήτου κοινωνικής τάξης, αποτελούσαν έναν πληθυσμό από δυνητικές παλλακίδες και σκλάβες, αφού στην παραμικρή κίνηση ανυπακοής οι Τούρκοι έσφαζαν όλους του αρσενικούς ανυπάκουους και πωλούσαν τις γυναίκες και τις κόρες τους στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. 

Λειτουργούσε ο (καταργημένος το 1672) τούρκικος θεσμός «καπίνι» που όπως γράφει ο Άγγλος περιηγητής Ρίτσαρντ Τσάντλερ που επισκέφθηκε την Αθήνα έναν ολόκληρο αιώνα μετά την «κατάργηση της αισχρής αυτής διάταξης, «τα κάλλη μιας κοπέλας μπορεί να ερεθίσουν κάποιο Τούρκο και αυτός να εξασφαλίσει την άδεια του καδή για να την κλείσει στο χαρέμι του». 

«Η γυνή – γράφει η Ελληνίδα φεμινίστρια του 19ου αιώνα Καλλιρόη Παρρέν – δουλικώτερο των δούλων αυτών διήγε βίον. Κλεισμένη εντός γυναικωνιτών, ουδέποτε εξέρχεται ασκεπής του οίκου. Και μόνο ούτω σώζεται από τα κατακτητικάς ορέξεις και τον εξανδραποδισμόν των τυράννων».. 

Αυτή η ζωή δεν αντεχόταν…. Δεν το έβαλαν κάτω…… Καμία Επανάσταση δεν θα ήταν ίδια χωρίς τις γυναίκες. Το ίδιο και η Ελληνική του ΄21, στην οποία οι γυναίκες, επώνυμες και ανώνυμες, διαδραμάτισαν κομβικό ρόλο. 

Ποιες ήταν αυτές οι ανώνυμες γυναίκες που τις έπαιρναν τα αδέσποτα βόλια και τα θραύσματα από τις βολές των κανονιών στο πολιορκημένο Μεσολόγγι; Στο Σούλι, στη Μάνη, στη Κρήτη ……Δεν θα το μάθουμε ποτέ. Ποιες ήταν οι αμέτρητες γυναίκες που βιάστηκαν, βασανίστηκαν, πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα, σφαγιάστηκαν ή πέθαναν από τις κακουχίες και την πείνα; 

Γνωρίζουμε ελάχιστα ονόματα. Άλλωστε συνήθως μιλάμε για τα γυναικόπαιδα – οι γυναίκες, αθώες, άβουλες, αδύναμες, είναι σαν τα παιδιά στα μάτια των ανδρών. Είναι τα θύματα κάθε πολέμου. Όμως οι γυναίκες του 1821 δεν ήταν μόνο θύματα. Εννοώ τις γυναίκες που κρατούσαν το σπίτι, το χωράφι, τα ζώα και κυρίως τα παιδιά όσο οι άνδρες τους πολεμούσαν και έλειπαν για μήνες ή και χρόνια. Τις γυναίκες που εργάζονταν στους μπαρουτόμυλους της Δημητσάνας ή έφτιαχναν παξιμάδια στα νησιά για τα πληρώματα του στόλου, που έραβαν ρούχα και φρόντιζαν πληγωμένους, που έψηναν ψωμί και μετέφεραν μηνύματα, που κουβαλούσαν «ζωοτροφές» σε μεγάλες αποστάσεις, που πρόσφεραν καταφύγιο, που διαχειρίζονταν τον θάνατο των συζύγων, των γονιών τους, των αδελφών και των παιδιών τους. Τις γυναίκες που βρίσκονταν στις μάχες ως σύντροφοι αλλά και συνεργάτες των αγωνιστών  αλλά και τις γυναίκες που πολεμούσαν οι ίδιες, το εθνικοαπελευθερωτικό περιεχόμενο του αγώνα των Ελληνίδων τις έφερε πρόσωπο με πρόσωπο με τους πιο θηριώδεις κι αιμοσταγείς αλλόφυλους του καιρού τους,  γυναίκες που χρηματοδοτούν τον Αγώνα, γυναίκες λόγιες... Ας γνωρίσουμε μερικές…..

Αγόρω ή Αγραφιώτισσα, γνωστή σαν Καπετάνισσα της Ρούμελης, είχε δικό της κλέφτικο σώμα από άντρες και γυναίκες, δρούσε στην περιοχή των Αγράφων περίπου από 1810 και μετά. Η γενναιότητα της έχει υμνηθεί σε δημοτικά τραγούδια αλλά και η αυστηρότητα της όταν κάποιος από την ομάδα της δεν τηρούσε τον κλέφτικο νόμο. Σε κάποια μάχη με τους Οθωμανούς, την βρήκε βόλι πισώπλατα και σκοτώθηκε. Σήμερα υπάρχει το τοπωνύμιο ανάμεσα στα χωριά Φτελιά και Αγαλιανός, "της Αγόρως το μνήμα" στο σημείο που πιστεύεται ότι σκοτώθηκε

Μαρία Αθανασοπούλου, γνωστή σαν Γαλαξιδιώτισσα.. Η Μαρία είχε γεννηθεί στο Γαλαξίδι με καταγωγή από την Πελοπόννησο. Με την έναρξη της επανάστασης πήρε μέρος ενεργά σε αυτή, πιάστηκε αιχμάλωτη από τους Τούρκους όπου την βασάνισαν και την έκαψαν ζωντανή

Ελένη Αναειπόνυφη, ήταν Μανιάτισσα, και έδρασε το 1826 όταν ο Ιμπραήμ Πασάς αποβιβάστηκε στην Μάνη. Την Ελένη κατά την Μάχη του Πολυαράβου καταδίωξε κάποιος Οθωμανός στρατιώτης και με τα δύο παιδιά της αγκαλιά έτρεξε να σωθεί, της λύθηκε όμως η ζώνη που την έπιασε από την άλλη άκρη ο στρατιώτης και την τραβούσε για να πιάσει την Ελένη. Αυτή αφήνει απότομα την ζώνη να λυθεί και ενώ αυτός  έπεσε κάτω η Ελένη πήρε το μαχαίρι του και τον σκότωσε. Το γεγονός, σύμφωνα με την αναμνηστική πλάκα που έχει στηθεί στο σημείο, συνέβη στις 28 Αυγούστου 1826.

Δόμνα Βισβίζη, (1783 - 1850), ήταν καπετάνισσα και αγωνίστρια της επανάστασης του 1821. Η Δόμνα γεννήθηκε στην Αίνο της Ανατολικής Θράκης το 1783 και παντρεύτηκε τον καπετάνιο Αντώνιο Βισβίκη  Όταν ξεκίνησε η επανάσταση ο άντρας της εξόπλισε το μπρίκι του «Καλομοίρα» και μπήκε στον αγώνα. Η Δόμνα τον ακολούθησε μαζί με τα παιδιά τους και συμμετείχε σε όλες τις ενέργειές του, την ναυμαχία της Λέσβου, της Σάμου και του Ευρίππου. Στην ναυμαχία του Ευρίπου ο άντρας της Αντώνιος σκοτώθηκε και η Δόμνα ανέλαβε η ίδια την «Καλομοίρα». Κουβαλούσε με το πλοίο πυρομαχικά και τρόφιμα στους Έλληνες και κανονιοβολούσε τουρκικές θέσεις. Το πλοίο της, η «Καλομοίρα», χρησίμευσε για τις συνεδριάσεις του Άρειου Πάγου της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδας. Όταν τελείωσαν τα χρήματά της και δεν μπορούσε να συντηρήσει άλλο το πλοίο το πρόσφερε ως πυρπολικό, έτσι βυθίστηκε η τούρκικη φρεγάτα - θησαυροφυλάκιο στον Τσεσμέ.

Πανώρια Βοζίκη ήταν αγωνίστρια της επανάστασης του 1821 με καταγωγή από τους Καλλονιούς της Κοίτας της Λακωνικής Μάνης. Ήταν κόρη του Κυριάκου Μποζίκη, μέλους παλιάς οικογένειας με βυζαντινή καταγωγή. Πολέμησε στην μάχη της Διρού (23 Ιουνίου 1826) εναντίον του Ιμπραήμ.

Γαλανή Γαρρή ήταν Χιώτισσα από τον Βροντάδο, αδελφή του αρχιδιακόνου Μακάριου που εκτελέστηκε στην Σφαγή της Χίου όπου έχασε και όλη της την οικογένεια, επέζησε μόνο η ίδια και ο μικρότερος αδελφός της Ισίδωρος που κρύφτηκε στα βουνά και γλίτωσε. Η Γαλανή αιχμαλωτίστηκε για να πουληθεί σκλάβα, ο Οθωμανός που την αιχμαλώτισε την πήρε να την πάει στην χώρα και στο δρόμο η Γαλανή έκανε ότι ζαλιζόταν από το ύψος για να μην προχωρήσει. Τότε ο Οθωμανός πέρασε μπροστά και σκύβοντας να κοιτάξει τον έσπρωξε και τον έριξε στον γκρεμό. Γλίτωσε τον θάνατο αλλά πουλήθηκε σκλάβα και απελευθερώθηκε από τον επιζώντα αδελφό της Ισίδωρο που την αναζήτησε και πλήρωσε λύτρα.

Αντιγόνη Γιαννά, από την ορεινή Ηλεία, την Κλινδιά. Πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες κατά την πολιορκία των Λαλαίων στο στρατόπεδο των Ελλήνων επαναστατών στο Πούσι. Η Αντιγόνη είχε διορισθεί επιμελητής του στρατοπέδου, δηλαδή υπεύθυνη για προμήθειες όπως τρόφιμα, πολεμοφόδια, οπλισμός, ρουχισμός. Η ίδια είχε οργανώσει τις γυναίκες της περιοχής να ζυμώνουν, να μαγειρεύουν, να μπαλώνουν και να πλένουν τα ρούχα των αγωνιστών. Με το άλογο της γύριζε τα γύρω χωριά πηγαίνοντας στους τσοπάνηδες για κρέας και στα σπίτια για σκεπάσματα. Για τις ανάγκες του στρατοπέδου απασχολούνταν 4.500 άτομα.

Ιωάννα Γιατράκου, ήταν σύζυγος του αγωνιστή Παναγιώτη Γιατράκου γνωστή για τον ηρωισμό της στην Μάχη της Κουρτσούνας. Το 1826 ο Ιμπραήμ Πασάς κράτησε όμηρο τον άντρα της για να περάσει ελεύθερα από τα εδάφη του προς την Μάνη. Η Ιωάννα όμως με λίγους στρατιώτες και τον γιο της Γιώργο, ταμπουρώνεται στον Πύργο της οικογένειας στην Κουρτσούνα εμποδίζοντας την διέλευση του τουρκικού στρατού. Η Ιωάννα μάχονταν σθεναρά για δώδεκα ώρες, αποκρούοντας τις Οθωμανικές επιθέσεις, ωσότου έφτασε βοήθεια και οι Τούρκοι υποχώρησαν άπραγοι.

Ασημίνα Λιδωρίκη - Γκούρα, ή Νταλιάνα ήταν μυημένη στη Φιλική Εταιρεία. Ήταν κόρη του Αναγνώστη Λιδωρίκη και σύζυγος του Γιάννη Γκούρα. Όταν ο Γκούρας έγινε φρούραρχος της Ακρόπολης, τον ακολούθησε κι εγκαταστάθηκε στο Ερέχθειο όπου χρησιμοποιούνταν σαν κατοικία. Μετά τον θάνατο του συζύγου της τον Οκτώβριο του 1826,  η Ασήμω ανέλαβε αρχηγός των στρατευμάτων που υπερασπίζονταν την Ακρόπολη των Αθηνών. Σκοτώθηκε από τουρκική οβίδα που κτύπησε το Ερεχθείο και την καταπλάκωσε μαζί με την αδελφή της και τα τέσσερα παιδιά της.

Τασούλα Γυφτογιάνναινα  ήταν Μεσολογγίτισσα, από τις λίγες Μεσολογγίτισσες που σώθηκε κατά την Έξοδο και έζησε πάνω από 90 χρόνια. Λίγο πριν πεθάνει, είπε στις γυναίκες που της κρατούσαν συντροφιά: «Μωρέ τσούπρες, εγώ πεθαίνω όπου να ‘ναι. Πάρτε αυτό το κλειδί της κασέλας μου θα βρείτε μια καλή μου φορεσιά. Με αυτή θέλω να με θάψετε και τότε θα έχετε την ευχή μου, με όλη μου την καρδιά». Όταν, λοιπόν, πέθανε, άνοιξαν την κασέλα και βρήκαν, από κάτω, όχι γυναικεία αλλά αντρικά ρούχα, εκείνα που φορούσε στην έξοδο, με το σελάχι και τα τσαρούχια. Έτσι η Γυφτογιάνναινα θάφτηκε με φορεσιά παλικαριού.

Μαρία Δασκαλογιάννη ήταν αγωνίστρια της Ελληνικής επανάστασης του 1770 και της επανάστασης του 1821. Η Μαρία ήταν από την Ανώπολη Σφακίων, κόρη του Ιωάννη Δασκαλογιάννη, ηγέτη των επαναστατών στα Σφακιά. Κατά την επανάσταση του 1770 πιάστηκε αιχμάλωτη στην Μάχη της Ανώπολης και δόθηκε για σύζυγος στον διερμηνέα του Αμπλουσαμέτ Πασά. Όταν πέθανε ο Οθωμανός σύζυγός της, η Μαρία πήγε στην Τήνο και έγινε μοναχή. Εκεί τη βρήκε γριά πια η επανάσταση του 1821.Όμως, η ηλικία της δεν την εμπόδισε να ξεσηκώσει την επανάσταση στην Κρήτη, όπως θα έκανε κι ο πατέρας της, προσφέροντας όλα της τα χρήματα για να αγοράσει ένα πολεμικό μπρίκι (πλοίο) και να ενισχύσει των αγώνα. Και στις 18 Ιουνίου 1821 ένας εγγονός του Δασκαλογιάννη ύψωνε πάλι τη σημαία της Κρητικής επανάστασης στα Σφακιά. Πέθανε στην Τήνο το 1823 και όση περιουσία της είχε απομείνει, καθώς δεν απέκτησε παιδιά, την άφησε στην Ευαγγελίστρια της Τήνου.

Τρισεύγενη Δεληβοριά ή Ντελή Βοριά ήταν από τα Λαγκάδια Αρκαδίας. Προτίμησε να αυτοκτονήσει παρά να πέσει στα χέρια των Οθωμανών του Ιμπραήμ που εισέβαλε στην Πελοπόννησο το 1826.

Δούκισσα της Πλακεντίας Η Σοφί ντε Μαρμπουά-Λεμπρύν η οποία έφερε τον τίτλο Δούκισσα της Πλακεντίας, υπήρξε φιλέλλην Αμερικανο-Γαλλίδα, κόρη Γάλλου διπλωμάτη και σύζυγος του Δούκα της Πλακεντίας (Πιατσένσα), Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, τόσο η ίδια όσο και η κόρη της Ελίζα, διέθεσαν πολλά χρήματα στον αγώνα και διεκρίθησαν για τον φιλελληνισμό τους. Συγκεκριμένα έγινε ενεργό μέλος του Φιλελληνικού Κομμιτάτου,  πουλώντας τα κοσμήματά της και συγκεντρώνοντας το ποσό των δεκατεσσάρων χιλιάδων φράγκων, αλλά και προσφέροντας και άλλα εννιά χιλιάδες φράγκα.

Αλεφάντω Ζανά, ήταν παντρεμένη με τον Ζανά. Το 1821 ο Ζανάς σκοτώθηκε στη Κυλλήνη και μετά λίγους μήνες καταστράφηκε και το Γαλαξίδι από τον Ισμαήλ Πασά.  Αναγκάσθηκε  να φύγει και μετά από πολλές περιπλανήσεις βρέθηκε στο Μεσολόγγι που πολέμησε στις επάλξεις αλλά και την νύχτα της Απριλίου 1826 πήρε μέρος αρματωμένη στην Έξοδο του Μεσολογγίου όπου αιχμαλωτίστηκε από τους Οθωμανούς και πουλήθηκε σκλάβα στην Αίγυπτο μαζί με την κόρη της. Μετά από πολλά χρόνια επέστρεψε ελεύθερη στο Γαλαξίδι όπου και πέθανε ξεχασμένη.

Μαριγώ Ζαραφοπούλα ήταν αγωνίστρια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και μέλος της Φιλικής Εταιρείας από τα Ταύταλα της Κωνσταντινούπολης. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και όταν κατά τις αρχές του 1821, ο Ασημάκης Θεοδώρου πρόδωσε τα μυστικά της οργάνωσης στις οθωμανικές αρχές, ανέλαβε, πληροφορηθεί λεπτομέρειες για το συμβάν, αποστολή την οποία έφερε εις πέρας. Παράλληλα, χρησιμοποιώντας τις ίδιες γνωριμίες καθώς και τη σημαντική της περιουσία, πέτυχε την δραπέτευση των γιων του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη που διέμεναν στην Κωνσταντινούπολη ως αιχμάλωτοι. Όταν αποκαλύφθηκε η συμμετοχή της ίδιας αλλά και του εμπόρου αδελφού της, Χατζιβασίλη, στη Φιλική Εταιρεία, γνώρισε διώξεις ενώ ο αδελφός της καρατομήθηκε στις 23 Απριλίου του 1821. Τελικά, μετά από μεγάλες ταλαιπωρίες, η Ζαραφοπούλα κατάφερε να μεταβεί στην Ύδρα της επαναστατημένης  Ελλάδας, κομίζοντας μαζί της μεγάλο χρηματικό ποσό το οποίο διέθεσε για τις ανάγκες της επανάστασης στην Πελοπόννησο και χρησιμοποιήθηκε από τους Κολοκοτρώνη και Υψηλάντη ως κατάσκοπος εντός της Τριπολιτσάς και του Ναυπλίου. Τα επόμενα χρόνια, χρηματοδότησε την εκστρατεία του Φαβιέρου στην Κάρυστο καθώς και την αντίστοιχη του Χατζημιχάλη Νταλιάνη στην Κρήτη. Πέθανε άπορη μετά το 1865, έτος κατά το οποίο αιτήθηκε σύνταξη από την Επιτροπή Εκδουλεύσεων.

Ζαφειράκαινα, ήταν αγωνίστρια της επανάστασης του 1821. Είναι άγνωστο το μικρό της όνομα και ήταν γυναίκα του Ζαφειράκη Θεοδοσίου οπλαρχηγού άρχοντα της Νάουσας. Το 1822 κατά την Καταστροφή της Νάουσας, έπειτα από την ηρωική αντίσταση των κατοίκων της, πιάστηκε αιχμάλωτη μαζί με την μια κόρη της. Την μετέφεραν αιχμάλωτη στην Θεσσαλονίκη, όπου αρνούμενη να αλλαξοπιστήσει πέθανε μετά από βασανιστήρια. Όπως αναφέρεται την έβαλαν γυμνή σε ένα σάκο με φίδια. Η θυσία της υμνήθηκε από το δημοτικό τραγούδι "Μακρυνίτσα".

Η Κωνσταντίνα "Κωνσταντία" Ζαχαριά, ήταν κόρη του φημισμένου κλέφτη Ζαχαριά, πιθανότατα γεννήθηκε στην Μάνη και ήταν και η ίδια κλέφτης. Ήταν καπετάνισσα με άλλες γυναίκες που την ακολουθούσαν, είχε δικό της λάβαρο σημαία «λευκού χρώματος με κυανόν σταυρόν». Όταν κηρύχθηκε η επανάσταση στην Μάνη οι Οθωμανοί της περιοχής έφυγαν για πάνε στην Τριπολιτσά για να προστατευτούν. Τους κατεδίωξαν οι Μανιάτες και η Κωνσταντία μαζί με άλλες γυναίκες της περιοχής συμμετείχε σε αυτές τις συγκρούσεις. Η Κωνσταντία μάλιστα τους κατεδίωξε μέχρι το Μυστρά όπου βρήκαν προστασία στο κάστρο, άφησε φρουρά και αποχώρησε. Κατέλαβε το Λεοντάρι, σκότωσε τον Οθωμανό διοικητή, έβαλε φωτιά στο σπίτι του και κατέβασε την ημισέληνο από τα τζαμιά τα οποία έπειτα έκαψε.

Δροσιά Κάβουρα ήταν Χιώτισσα, κόρη του ιερέα Αντωνίου Μηνά ή Ροβύθη και σύζυγος του Ηλία Κάβουρα. Το 1822 στην Σφαγή της Χίου, η Δροσιά μαζί με την οικογένεια της κατάφεραν να ξεφύγουν από τους Τούρκους και τις σφαγές και να πάνε στα Ψαρά όπου κι εγκαταστάθηκαν. Το 1824 στην Καταστροφή των Ψαρών, πιάστηκε αιχμάλωτη μαζί με την μητέρα της, μάλιστα την περίοδο αυτή βρισκόταν σε εγκυμοσύνη. Η Δροσιά πουλήθηκε σκλάβα στη Σμύρνη, εγκαταστάθηκε στο σπίτι ενός Καδή στο Νυμφαίο, εν τω μεταξύ είχε γεννήσει κορίτσι. Ο παπάς μετά από τρία χρόνια και από πολλές περιπέτειες βρίσκει κι εξαγοράζει την παπαδιά κι έπειτα βρίσκει και την Δροσιά που την εξαγοράζει για 1000 γρόσια κι έναν αγιασμό. Σχετικά με τον αγιασμό, παρόλο που ο Καδής ήταν μουσουλμάνος τον δέχτηκε και τον έδωσε στη γυναίκα του που ήταν παράλυτη και θεραπεύτηκε. Τότε ο Καδής απελευθέρωσε χωρίς τα χρήματα την Δροσιά με την κόρη της και της έδωσε τα λείψανα των Αγίων Αναργύρων που είχαν αρπάξει οι Τούρκοι.

Η Μαρία Καρατάσου, γεννημένη σε κάποιο χωριό της Βέροιας, Το 1822 κατά την Καταστροφή της Νάουσας, έπειτα από την ηρωική αντίσταση των κατοίκων της πιάστηκε αιχμάλωτη μαζί με τέσσερα από τα παιδιά της. Η Μαρία οδηγήθηκε στην Θεσσαλονίκη όπου αρνούμενη να εξισλαμιστεί, πέθανε αφού οι Τούρκοι την κρέμασαν στην κεντρική πλατεία της πόλης

Τασούλα ή Παπαδιά Κουρκουμέλη από το Αιτωλικό. Όταν ο Ιμπραήμ Πασάς πολιορκεί το Μεσολόγγι, κινείται και για την κατάληψη του Αιτωλικού. Οι κάτοικοι έρχονται σε συμφωνία με τον Ιμπραήμ που δέχεται να αποχωρήσουν. Η Τασούλα όμως κρατήθηκε από τον Ιμπραήμ για το χαρέμι του στο Κάιρο .Η παράδοση λέει ότι η Τασούλα αυτοκτόνησε έπειτα με το γιαταγάνι του Ιμπραήμ.

Πηγή: Διαδίκτυο